Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
όρνιασμα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
όρνιασμα
τα
ορνιάσμα
τ
α
γενική
του
ορνιάσμα
τ
ος
των
ορνιασμά
τ
ων
αιτιατική
το
όρνιασμα
τα
ορνιάσμα
τ
α
κλητική
όρνιασμα
ορνιάσμα
τ
α
Κατηγορία
όπως «
όνομα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
όρνιασμα
<
ορνιός
Ουσιαστικό
επεξεργασία
όρνιασμα
ουδέτερο
πρακτική
τεχνητής
επικονίασης
της
συκιάς
Μεταφράσεις
επεξεργασία
όρνιασμα