Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ωτοτοξικότητα οι ωτοτοξικότητες
      γενική της ωτοτοξικότητας των ωτοτοξικοτήτων
    αιτιατική την ωτοτοξικότητα τις ωτοτοξικότητες
     κλητική ωτοτοξικότητα ωτοτοξικότητες
Κατηγορία όπως «σάλπιγγα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ωτοτοξικότητα < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ωτοτοξικότητα ουδέτερο

  Μεταφράσεις επεξεργασία