ψιλοκυβίνη
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ψιλοκυβίνη < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ψιλοκυβίνη θηλυκό
- χημική ουσία που βρίσκεται σε ορισμένα μανιτάρια τα οποία όταν καταναλώνονται προκαλούν παραισθήσεις
Μεταφράσεις επεξεργασία
ψιλοκυβίνη