Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
χρυσοχοείο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
χρυσοχοεί
ο
τα
χρυσοχοεί
α
γενική
του
χρυσοχοεί
ου
των
χρυσοχοεί
ων
αιτιατική
το
χρυσοχοεί
ο
τα
χρυσοχοεί
α
κλητική
χρυσοχοεί
ο
χρυσοχοεί
α
Κατηγορία
όπως «
πεύκο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
χρυσοχοείο
<
χρυσοχόος
Ουσιαστικό
επεξεργασία
χρυσοχοείο
ουδέτερο
ο χώρος εργασίας, το εργαστήριο του χρυσοχόου
Μεταφράσεις
επεξεργασία
χρυσοχοείο
γαλλικά
:
bijouterie
(fr)