↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η χρυσοποικιλτική οι χρυσοποικιλτικές
      γενική της χρυσοποικιλτικής των χρυσοποικιλτικών
    αιτιατική τη χρυσοποικιλτική τις χρυσοποικιλτικές
     κλητική χρυσοποικιλτική χρυσοποικιλτικές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
χρυσοποικιλτική < ουσιαστικοποιημένο θηλυκό του επιθέτου χρυσοποικιλτικός

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

χρυσοποικιλτική θηλυκό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

χρυσοποικιλτική

Ομώνυμα / Ομόηχα

επεξεργασία