χρηματόδεντρο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
χρηματόδεντρο ουδέτερο
- (νεολογισμός) ειρωνική αναφορά σε ανύπαρκτο δένδρο που έχει χρήματα (λεφτά) για καρπούς
- ※ Από τη μια πλευρά η παρασιτική ιδεολογία της αριστεράς που στηρίζεται στο αξίωμα της ύπαρξης του «χρηματόδεντρου», η παρουσία του οποίου είναι ικανή να επιλύσει μέσω της αύξησης της κατανάλωσης οποιοδήποτε οικονομικό πρόβλημα και από την άλλη ο καζινοκαπιταλισμός με τα τεχνητά χαμηλά επιτόκια τα τελευταία χρόνια που για μια περίοδο έκανε πιστευτό πως το «χρηματόδεντρο» υπάρχει τελικά και φύεται στα τραπεζικά υποκαταστήματα. ([1] Καιρός γαρ εγγύς για στάση πληρωμών; capital.gr, 23-Ιουλ-2013)
- ※ Πιθανόν εκεί μέσα άρχισαν να τον βλέπουν σαν χρηματόδεντρο που άρχισαν να του πέφτουν τα φύλλα κι αυτές είναι πολύ πρόθυμες να τα μαζέψουν. ([2], Σενάριο αθανασίας, Βασίλης Γκουρογιάννης, Εκδ. Μεταίχμιο)
Συνώνυμα επεξεργασία
Σημειώσεις επεξεργασία
- δεν πρέπει να συγχέεται με το φυτό που στα αγγλικά αποκαλείται money tree (Pachira aquatica, παχίρα)
Μεταφράσεις επεξεργασία
χρηματόδεντρο
|