Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
χουλιαρόπαπια
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
χουλιαρόπαπι
α
οι
χουλιαρόπαπι
ες
γενική
της
χουλιαρόπαπι
ας
των
χουλιαροπαπι
ών
αιτιατική
τη
χουλιαρόπαπι
α
τις
χουλιαρόπαπι
ες
κλητική
χουλιαρόπαπι
α
χουλιαρόπαπι
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
χουλιαρόπαπια
<
χουλιάρι
+
πάπια
Ουσιαστικό
επεξεργασία
χουλιαρόπαπια
θηλυκό
(
πτηνό
) είδος
πάπιας
Μεταφράσεις
επεξεργασία
χουλιαρόπαπια
αγγλικά
:
shoveler
(en)