χερτζ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- χερτζ < άμεσο δάνειο από διεθνείς όρους hertz < γερμανική Hertz ή διαμέσου της αγγλικής hertz
Ουσιαστικό
επεξεργασίαχερτζ ουδέτερο άκλιτο
- (μονάδα μέτρησης, φυσική) hertz: παράγωγη μονάδα μέτρησης στο Διεθνές Σύστημα Μονάδων (SI) της συχνότητας ενός περιοδικού φαινομένου, δηλαδή πόσες φορές συμβαίνει αυτό το φαινόμενο μέσα σε ένα δευτερόλεπτο
Άλλες γραφές
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- χερτζ στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία χερτζ
|
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ «χερτζ», «Hz» από αναζήτηση «hertz» στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.