χανουμάκι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | χανουμάκι | τα | χανουμάκια |
γενική | — | — | ||
αιτιατική | το | χανουμάκι | τα | χανουμάκια |
κλητική | χανουμάκι | χανουμάκια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /xa.nuˈma.ci/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : χα‐νου‐μά‐κι
Ουσιαστικό
επεξεργασίαχανουμάκι ουδέτερο
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία χανουμάκι
|