Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
χαμαμτζής
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
χαμαμτζ
ής
οι
χαμαμτζ
ήδες
γενική
του
χαμαμτζ
ή
των
χαμαμτζ
ήδων
αιτιατική
τον
χαμαμτζ
ή
τους
χαμαμτζ
ήδες
κλητική
χαμαμτζ
ή
χαμαμτζ
ήδες
Κατηγορία
όπως «
μπαλωματής
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
χαμαμτζής
<
τουρκική
hamamcı
<
hamam
(
χαμάμ
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
χαμαμτζής
αρσενικό
(
επάγγελμα
) ο
ιδιοκτήτης
ή ο
εργαζόμενος
σε
χαμάμ
Το κτίσμα ήταν του δέκατου έκτου αιώνα και ο
χαμαμτζής
ίδιος αρκούδα τόσο σε όγκο όσο και σε τρίχα.
(
*
)
Μεταφράσεις
επεξεργασία
χαμαμτζής
τουρκικά
:
hamamcı
(tr)