φυλλορρόημα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαφυλλορρόημα ουδέτερο
- η μεγάλη, έντονη πτώση των φύλλων, το φυλλοβόλημα, η φυλλόρροια, η φυλλοβολία
Μεταφράσεις
επεξεργασία φυλλορρόημα
|
Πηγές
επεξεργασία- φυλλορρόημα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας