Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φτωχοφαμελιά οι φτωχοφαμελιές
      γενική της φτωχοφαμελιάς των φτωχοφαμελιών
    αιτιατική τη φτωχοφαμελιά τις φτωχοφαμελιές
     κλητική φτωχοφαμελιά φτωχοφαμελιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

φτωχοφαμελιά < φτωχο- + φαμελιά

  Ουσιαστικό επεξεργασία

φτωχοφαμελιά θηλυκό

  • η οικογένεια που βρίσκεται σε δυσμενή οικονομική κατάσταση, που είναι φτωχή

Παράγωγα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία