Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
φρουταποθήκη
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
φρουταποθήκη
<
φρούτο
+
αποθήκη
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
φρουταποθήκ
η
οι
φρουταποθήκ
ες
γενική
της
φρουταποθήκ
ης
των
φρουταποθηκ
ών
αιτιατική
τη
φρουταποθήκ
η
τις
φρουταποθήκ
ες
κλητική
φρουταποθήκ
η
φρουταποθήκ
ες
Κατηγορία
όπως «
νίκη
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ουσιαστικό
επεξεργασία
φρουταποθήκη
θηλυκό
η
αποθήκη
φρούτων