φουντάρισμα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
φουντάρισμα ουδέτερο
- το αποτέλεσμα του φουντάρω, η ενέργεια του φουντάρω, η πράξη του να ριχτεί κάτι στη θάλασσα για να βουλιάξει ή να ρίξει κάποιος τον εαυτό του για να αυτοκτονήσει
- αγκυροβόληση, το φουντάρισμα της άγκυρας
Μεταφράσεις επεξεργασία
φουντάρισμα
|