Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
φιλεργατισμός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
φιλεργατισμ
ός
οι
φιλεργατισμ
οί
γενική
του
φιλεργατισμ
ού
των
φιλεργατισμ
ών
αιτιατική
τον
φιλεργατισμ
ό
τους
φιλεργατισμ
ούς
κλητική
φιλεργατισμ
έ
φιλεργατισμ
οί
Κατηγορία
όπως «
ναός
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
φιλεργατισμός
<
φιλ-
+
εργάτης
+
-ισμός
Ουσιαστικό
επεξεργασία
φιλεργατισμός
αρσενικό
η
ιδιότητα
του
φιλεργατικού
ή
φιλεργατική
διάθεση
Μεταφράσεις
επεξεργασία
φιλεργατισμός