↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το φθάσιμο τα φθασίματα
      γενική του φθασίματος των φθασιμάτων
    αιτιατική το φθάσιμο τα φθασίματα
     κλητική φθάσιμο φθασίματα
Κατηγορία όπως «δέσιμο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
φθάσιμο < φθάνω + -ιμο

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈfθa.si.mo/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

φθάσιμο ουδέτερο

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Συνώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία