φθάσιμο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈfθa.si.mo/
Ουσιαστικό
επεξεργασίαφθάσιμο ουδέτερο
- το αποτέλεσμα τού φθάνω
- Πάντα στον νου σου να ’χεις την Ιθάκη. / Το φθάσιμον εκεί είν’ ο προορισμός σου. / Αλλά μη βιάζεις το ταξίδι διόλου. (Κωνσταντίνος Καβάφης, Ιθάκη)
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣυνώνυμα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη φθάνω
Μεταφράσεις
επεξεργασία φθάσιμο
|