φανταράκι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | φανταράκι | τα | φανταράκια |
γενική | του | φανταρακιού | των | φανταρακιών |
αιτιατική | το | φανταράκι | τα | φανταράκια |
κλητική | φανταράκι | φανταράκια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαφανταράκι ουδέτερο
- (χαϊδευτικά) ο φαντάρος
- ο νεοσύλλεκτος
Μεταφράσεις
επεξεργασία φανταράκι
|