Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
φακελοποιός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
φακελοποι
ός
οι
φακελοποι
οί
γενική
του
φακελοποι
ού
των
φακελοποι
ών
αιτιατική
τον
φακελοποι
ό
τους
φακελοποι
ούς
κλητική
φακελοποι
έ
φακελοποι
οί
Κατηγορία
όπως «
ναός
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
φακελοποιός
<
φάκελ(ος)
+
-ο-
+
-ποιός
Ουσιαστικό
επεξεργασία
φακελοποιός
αρσενικό
(
επάγγελμα
) ο
κατασκευαστής
φακέλων
Μεταφράσεις
επεξεργασία
φακελοποιός