φαγεδαινισμός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- φαγεδαινισμός < φαγέδαινα • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
επεξεργασίαφαγεδαινισμός αρσενικό
- (ιατρική) η επέκταση, επιδείνωση του έλκους
Μεταφράσεις
επεξεργασία φαγεδαινισμός
|