Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο φαβιανισμός οι φαβιανισμοί
      γενική του φαβιανισμού των φαβιανισμών
    αιτιατική τον φαβιανισμό τους φαβιανισμούς
     κλητική φαβιανισμέ φαβιανισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

φαβιανισμός < αγγλ. Fabian Society < Quintus Fabius Maximus Verrucosus (Ρωμαίος στρατιωτικός)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

φαβιανισμός αρσενικό

  • σοσιαλιστική τάση που ξεκίνησε το 1883 από το Λονδίνο, όπου ιδρύθηκε τότε η Φαβιανή Εταιρεία, που ήταν υπέρ του να επιδιώξει την εγκαθίδρυση του σοσιαλισμού με σχετικά ήπια μέσα και όχι με κατά μέτωπο επίθεση ή επανάσταση. (Μιμήθηκαν στο πολιτικό πεδίο τη στρατιωτική τακτική Ρωμαίου στρατιωτικού στη μάχη με τον Αννίβα)

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία