υπογραμμή
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
υπογραμμή θηλυκό
- (σπάνιο) η γραμμή με την οποία υπογραμμίζεται μια φράση ή λέξη
- (πληροφορική) ο χαρακτήρας "_" (στα αγγλικά "underscore")
- μικρότερη γραμμή που υπάγεται σε άλλη
Μεταφράσεις
επεξεργασία
υπογραμμή
|