υδρολογία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαυδρολογία θηλυκό
- ο κλάδος της επιστήμης που μελετά τις φυσικές και χημικές ιδιότητες του νερού της γης καθώς και την κυκλοφορία του (την εξάτμιση, τις βροχές και τα χιόνια, τη ροή των ποταμιών και την έκβασή τους σε αποθήκες νερού στις οποίες γίνεται ξανά εξάτμιση)
- υδρολογική μελέτη
- Παρατηρήσεις μου κατά την πλημμύρα του Ποδονίφτη στις 21. 10. 1994, και πληροφορίες για την πλημμύρα στον Περισσό της 12. 01. 1997, με οδήγησαν στη σκέψη ότι οι υπάρχουσες υδρολογίες είναι ατελείς και ότι οι εκτελούμενοι υδραυλικοί υπολογισμοί μάλλον δεν είναι επαρκείς. (*)