τραγουδοποιία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- τραγουδοποιία < τραγουδοποιός + -ία
Ουσιαστικό
επεξεργασίατραγουδοποιία θηλυκό
- η εργασία του τραγουδοποιού, η σύνθεση ή (γενικότερα) η δημιουργία τραγουδιών
Μεταφράσεις
επεξεργασία τραγουδοποιία
|