τοτέμ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίατοτέμ ουδέτερο άκλιτο
- (θρησκεία) σύμβολο ή αντικείμενο που αντιπροσωπεύει μια ομάδα ανθρώπων, συνήθως φυλή ή οικογένεια, και θεωρείται φορέας πνευματικής δύναμης ή ιερότητας, συχνά συνδεδεμένο με έναν πρόγονο, ζώο ή φυσικό φαινόμενο
Συγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- τοτέμ στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ 1,0 1,1 τοτέμ - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑ τοτέμ - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)