Δείτε επίσης: τιμωρῶ, τιμωρώ

Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

Αρχικοί
χρόνοι
Φωνή
Eνεργητική
Φωνή
Μέση & Παθητική
Ενεστώτας  τιμωρέω   τιμωρέομαι 
Παρατατικός  ἐτιμώρουν   ἐτιμωρούμην 
Μέλλοντας  τιμωρήσω   τιμωρήσομαι 
Αόριστος  ἐτιμώρησα   ἐτιμωρησάμην & ἐτιμωρήθην 
Παρακείμενος  τετιμώρηκα   τετιμώρημαι 
Υπερσυντέλικος
Συντελ.Μέλλ.

  Ετυμολογία επεξεργασία

τιμωρέω < λείπει η ετυμολογία

  Ρήμα επεξεργασία

τιμωρέω / τιμωρῶ

  1. βοηθάω, επικουρώ, έρχομαι σε βοήθεια κάποιου
    ※  5ος↑ αιώνας Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 4, 15.2
    καὶ ὡς εἶδον ἀδύνατον ὂν τιμωρεῖν τοῖς ἀνδράσι καὶ κινδυνεύειν οὐκ ἐβούλοντο ἢ ὑπὸ λιμοῦ τι παθεῖν αὐτοὺς ἢ ὑπὸ πλήθους βιασθέντας κρατηθῆναι, ἔδοξεν αὐτοῖς πρὸς τοὺς στρατηγοὺς τῶν Ἀθηναίων, ἢν ἐθέλωσι, σπονδὰς ποιησαμένους τὰ περὶ Πύλον ἀποστεῖλαι ἐς τὰς Ἀθήνας πρέσβεις περὶ ξυμβάσεως
    Όταν είδαν πως ήταν αδύνατον να βοηθήσουν τους οπλίτες της Σφακτηρίας και δεν ήθελαν να ριψοκινδυνέψουν να τους αφήσουν είτε να πεθάνουν από πείνα είτε ν᾽ αναγκαστούν να παραδοθούν στον πολυπληθέστερο εχθρό, σκέφτηκαν να προτείνουν στους στρατηγούς των Αθηναίων, αν θα ήθελαν, να κάνουν τοπική ανακωχή στην Πύλο για να στείλουν πρέσβεις στην Αθήνα να προτείνουν ειρήνη
    Μετάφραση (1965-1968): Άγγελος Σ. Βλάχος, Αθήνα:Γαλαξίας @greek‑language.gr
  2. βοηθώ κάποιον που έχει αδικηθεί, παίρνω εκδίκηση για εκείνον
    ※  5ος/4ος↑ αιώνας Πλάτων, Ἀπολογία Σωκράτους, 28c
    “Ὦ παῖ, εἰ τιμωρήσεις Πατρόκλῳ τῷ ἑταίρῳ τὸν φόνον καὶ Ἕκτορα ἀποκτενεῖς, αὐτὸς ἀποθανῇ —αὐτίκα γάρ τοι,” φησί, “μεθ᾽ Ἕκτορα πότμος ἑτοῖμος”
    «Αν εκδικηθείς τον φόνο του φίλου σου του Πατρόκλου και σκοτώσεις τον Έκτορα και συ ο ίδιος θα πεθάνεις, γιατί αμέσως ύστερ᾽ από τον θάνατο του Έκτορα, έτοιμη είναι κι η δική σου η μοίρα»
    Μετάφραση (1923): Παύλος Νιρβάνας. Αθήνα: Ελευθερουδάκης @greek‑language.gr
  3. τιμωρώ κάποιον για εκδίκηση
  4. (στην παθητική φωνή) τιμωρούμαι μέσω εκδίκησης
  5. (στην μέση φωνή) κολάζω για εκδίκηση, εκδικούμαι κάποιον
    ※  5ος↑ αιώνας Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 3, 56.2
    πόλιν γὰρ αὐτοὺς τὴν ἡμετέραν καταλαμβάνοντας ἐν σπονδαῖς καὶ προσέτι ἱερομηνίᾳ ὀρθῶς τε ἐτιμωρησάμεθα κατὰ τὸν πᾶσι νόμον καθεστῶτα, τὸν ἐπιόντα πολέμιον ὅσιον εἶναι ἀμύνεσθαι,
    Δοκίμασαν να κυριέψουν την πόλη μας σε καιρό ειρήνης και μάλιστα σε μέρα που ήταν ιερή. Είχαμε, λοιπόν, δίκαιο να τους τιμωρήσομε σύμφωνα με τον κανόνα, που είναι απ᾽ όλους παραδεκτός, ότι είναι σωστό ν᾽ αποκρούει κανείς εκείνον που του επιτίθεται.
    Μετάφραση (1965-1968): Άγγελος Σ. Βλάχος, Αθήνα:Γαλαξίας @greek‑language.gr
  6. (στην μέση φωνή) εκδικούμαι, ζητώ εκδίκηση
    ※  5ος/4oς↑ αιώνας Λυσίας, Κατὰ Θεομνήστου Β, 10.30
    οὐ γάρ πω ᾔδη ὅτι ὑμεῖς τοὺς μὲν ἰδόντας τιμωρεῖσθε, τοῖς δὲ ἀποβαλοῦσι συγγνώμην ἔχετε.
    Γιατί δεν γνώριζα ακόμη ότι εσείς τιμωρείτε αυτούς που απλώς είδαν, ενώ συγχωρείτε εκείνους που εγκατέλειψαν τα όπλα.
    Μετάφραση: Θ.Κ. Στεφανόπουλος @greek‑language.gr
    5ος αιώνας   Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 9 (Καλλιόπη), 78.3
    Μαρδόνιον γὰρ ἀνασκολοπίσας τετιμωρήσεαι ἐς πάτρων τὸν σὸν Λεωνίδην.
    γιατί παλουκώνοντας τον Μαρδόνιο θα έχεις πάρει εκδίκηση για τον αδερφό του πατέρα σου, τον Λεωνίδα.
    Μετάφραση (1995): Ηλίας Σπυρόπουλος. Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr

Σύνθετα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία