Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
τετραχλωρίδιο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Συγγενικά
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
τετραχλωρίδι
ο
τα
τετραχλωρίδι
α
γενική
του
τετραχλωριδί
ου
&
τετραχλωρίδι
ου
των
τετραχλωριδί
ων
αιτιατική
το
τετραχλωρίδι
ο
τα
τετραχλωρίδι
α
κλητική
τετραχλωρίδι
ο
τετραχλωρίδι
α
Κατηγορία
όπως «
πρόσωπο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
τετραχλωρίδιο
<
τετρα-
+
χλωρίδιο
Ουσιαστικό
επεξεργασία
τετραχλωρίδιο
ουδέτερο
(
χημεία
): οποιαδήποτε ουσία στο μόριο της οποίας φέρονται τέσσερα άτομα
χλωρίου
Συνώνυμα
επεξεργασία
τετραχλώριο
Συγγενικά
επεξεργασία
τετραχλωρικός
τετραχλωριούχος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
τετραχλωρίδιο