Δείτε επίσης: τελεία, τέλια

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

τέλεια < τέλει(ος) +

  Επίρρημα επεξεργασία

τέλεια

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, θηλυκού γένους του τέλειος
  2. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του τέλειος