super
Αγγλικά (en)
επεξεργασία
Επίθετο
επεξεργασία
super (en) (χωρίς παραθετικά)
- σούπερ (χαρακτηρίζει κάτι ως πολύ μεγάλο, πολύ ισχυρό ή για να δηλώσει την ανεπιφύλακτη αποδοχή μας)
Επίρρημα
επεξεργασία
super (en) (χωρίς παραθετικά)
Πολυλεκτικοί όροι
επεξεργασίαΓαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕσπεράντο (eo)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
Πρόθεση
επεξεργασία
Πολωνικά (pl)
επεξεργασία
Επίθετο
επεξεργασία
super (pl) άκλιτο (χωρίς παραθετικά)