Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σχεδιάστρια
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
σχεδιάστρι
α
οι
σχεδιάστρι
ες
γενική
της
σχεδιάστρι
ας
των
σχεδιαστρι
ών
αιτιατική
τη
σχεδιάστρι
α
τις
σχεδιάστρι
ες
κλητική
σχεδιάστρι
α
σχεδιάστρι
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
σχεδιάστρια
<
σχεδιαστής
+
-τρια
Ουσιαστικό
επεξεργασία
σχεδιάστρια
θηλυκό
(
επάγγελμα
)
θηλυκό
του
σχεδιαστής
Μεταφράσεις
επεξεργασία
σχεδιάστρια
γαλλικά
:
dessinatrice
(fr)