Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
συσταλτικότητα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
συσταλτικότητ
α
οι
συσταλτικότητ
ες
γενική
της
συσταλτικότητ
ας
των
συσταλτικοτήτ
ων
αιτιατική
τη
συσταλτικότητ
α
τις
συσταλτικότητ
ες
κλητική
συσταλτικότητ
α
συσταλτικότητ
ες
Κατηγορία
όπως «
σάλπιγγα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
συσταλτικότητα
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
συσταλτικότητα
θηλυκό
→ λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
Μεταφράσεις
επεξεργασία
συσταλτικότητα
αγγλικά
:
contractility
(en)