Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το στρινγκάκι τα στρινγκάκια
      γενική
    αιτιατική το στρινγκάκι τα στρινγκάκια
     κλητική στρινγκάκι στρινγκάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

στρινγκάκι < υποκοριστικό του στρινγκ < αγγλική string

  Ουσιαστικό επεξεργασία

στρινγκάκι ουδέτερο