σπληνορραγία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- σπληνορραγία < σπλην(α) + -ο- + -ρραγία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό επεξεργασία
σπληνορραγία θηλυκό
- αιμορραγία της σπλήνας
Μεταφράσεις επεξεργασία
σπληνορραγία
|