Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σκυλοτροφή
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
σκυλοτροφ
ή
οι
σκυλοτροφ
ές
γενική
της
σκυλοτροφ
ής
των
σκυλοτροφ
ών
αιτιατική
τη
σκυλοτροφ
ή
τις
σκυλοτροφ
ές
κλητική
σκυλοτροφ
ή
σκυλοτροφ
ές
Κατηγορία
όπως «
ψυχή
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
σκυλοτροφή
<
σκύλος
+
τροφή
Μια γαβάθα με
σκυλοτροφή
.
Ουσιαστικό
επεξεργασία
σκυλοτροφή
θηλυκό
τροφή ειδικά επεξεργασμένη για σκύλους
Μεταφράσεις
επεξεργασία
σκυλοτροφή
αγγλικά
:
dogfood
(en)