Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σκλαβάκι τα σκλαβάκια
      γενική
    αιτιατική το σκλαβάκι τα σκλαβάκια
     κλητική σκλαβάκι σκλαβάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

σκλαβάκι < σκλάβ(ος) + υποκοριστικό επίθημα -άκι

  Ουσιαστικό επεξεργασία

σκλαβάκι ουδέτερο

  1. υποκοριστικό του σκλάβος
  2. (στον πληθυντικό) σκλαβάκια: είδος παιδικού ομαδικού παιχνιδιού

  Μεταφράσεις επεξεργασία