σκηνοθέτιδα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- σκηνοθέτιδα < σκηνοθέτης + κατάληξη θηλυκού -ιδα
Ουσιαστικό
επεξεργασίασκηνοθέτιδα θηλυκό
- (επάγγελμα) θηλυκό του σκηνοθέτης
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη σκηνοθέτης
Μεταφράσεις
επεξεργασία σκηνοθέτιδα
|