Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σκαμπαβία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
σκαμπαβί
α
οι
σκαμπαβί
ες
γενική
της
σκαμπαβί
ας
των
σκαμπαβι
ών
αιτιατική
τη
σκαμπαβί
α
τις
σκαμπαβί
ες
κλητική
σκαμπαβί
α
σκαμπαβί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
σκαμπαβία
<
ιταλική
scampavia
<
scappavia
<
scappare
(
ξεφεύγω
) +
via
Ουσιαστικό
επεξεργασία
σκαμπαβία
θηλυκό
μικρό ελαφρύ
πλεούμενο
Μεταφράσεις
επεξεργασία
σκαμπαβία
ιταλικά
:
scappavia
(it)