Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If this site has been useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σιτοκαλλιέργεια
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
σιτοκαλλιέργει
α
οι
σιτοκαλλιέργει
ες
γενική
της
σιτοκαλλιέργει
ας
των
σιτοκαλλιεργει
ών
αιτιατική
τη
σιτοκαλλιέργει
α
τις
σιτοκαλλιέργει
ες
κλητική
σιτοκαλλιέργει
α
σιτοκαλλιέργει
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
σιτοκαλλιέργεια
<
σίτ(ος)
+
-ο-
+
καλλιέργεια
Ουσιαστικό
επεξεργασία
σιτοκαλλιέργεια
θηλυκό
η καλλιέργεια σίτου,
σιταριού
Μεταφράσεις
επεξεργασία
σιτοκαλλιέργεια