• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

σβηστήρας

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
    • 1.3 Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο σβηστήρας οι σβηστήρες
      γενική του σβηστήρα των σβηστήρων
    αιτιατική τον σβηστήρα τους σβηστήρες
     κλητική σβηστήρα σβηστήρες
Κατηγορία όπως «αγώνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
σβηστήρας < σβήνω + -τήρας

Ουσιαστικό

επεξεργασία

σβηστήρας αρσενικό

  • άλλη μορφή του σβήστρα

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

επεξεργασία

σβηστήρας

  • γενική ενικού του σβηστήρα
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=σβηστήρας&oldid=7109827"
Τελευταία επεξεργασία στις 11 Μαΐου 2025, στις 14:55

Γλώσσες

    • English
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 11 Μαΐου 2025, στις 14:55.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας