Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σβηστήρας
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.3
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
σβηστήρ
ας
οι
σβηστήρ
ες
γενική
του
σβηστήρ
α
των
σβηστήρ
ων
αιτιατική
τον
σβηστήρ
α
τους
σβηστήρ
ες
κλητική
σβηστήρ
α
σβηστήρ
ες
Κατηγορία
όπως «
αγώνας
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
σβηστήρας
<
σβήνω
+
-τήρας
Ουσιαστικό
επεξεργασία
σβηστήρας
αρσενικό
άλλη μορφή
του
σβήστρα
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασία
σβηστήρας
γενική
ενικού
του
σβηστήρα