↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η σβήστρα οι σβήστρες
      γενική της σβήστρας των σβηστρών
    αιτιατική τη σβήστρα τις σβήστρες
     κλητική σβήστρα σβήστρες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
 
Δίχρωμη σβήστρα

  Ετυμολογία

επεξεργασία
σβήστρα < σβήνω + κατάληξη θηλυκού -τρα

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

σβήστρα θηλυκό

Συνώνυμα

επεξεργασία

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία