Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σαηεντολόγος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
/
η
σαηεντολόγ
ος
οι
σαηεντολόγ
οι
γενική
του
/
της
σαηεντολόγ
ου
των
σαηεντολόγ
ων
αιτιατική
τον
/
τη
σαηεντολόγ
ο
τους
/
τις
σαηεντολόγ
ους
κλητική
σαηεντολόγ
ε
σαηεντολόγ
οι
Κατηγορία
όπως «
ζωγράφος
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
σαηεντολόγος
<
αγγλική
scientologist
Ουσιαστικό
επεξεργασία
σαηεντολόγος
θηλυκό
και
σαϊεντολόγος
→
δείτε
τη λέξη
σαϊεντολόγος