ρασιοναλισμός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ρασιοναλισμός < γαλλική rationalisme
Ουσιαστικό επεξεργασία
ρασιοναλισμός αρσενικό
- ο ορθολογισμός ως φιλοσοφική θεώρηση
Μεταφράσεις επεξεργασία
ρασιοναλισμός
ρασιοναλισμός αρσενικό