πρωτοκαπετάνιος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- πρωτοκαπετάνιος < πρωτο- + καπετάνιος
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπρωτοκαπετάνιος αρσενικό
- (ιστορία) ο αρχηγός / επικεφαλής των καπεταναίων / οπλαρχηγών
Μεταφράσεις
επεξεργασία πρωτοκαπετάνιος
|
Πηγές
επεξεργασία- πρωτοκαπετάνιος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- πρωτοκαπετάνιος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- πρωτοκαπετάνιος - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)