προσευχητάρι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | προσευχητάρι | τα | προσευχητάρια |
γενική | — | — | ||
αιτιατική | το | προσευχητάρι | τα | προσευχητάρια |
κλητική | προσευχητάρι | προσευχητάρια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- προσευχητάρι < προσευχητάριο
Ουσιαστικό επεξεργασία
προσευχητάρι ουδέτερο
- (θρησκεία) άλλη μορφή του προσευχητάριο
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τις λέξεις προσεύχομαι, εύχομαι και ευχή
Μεταφράσεις επεξεργασία
προσευχητάρι
|
Πηγές επεξεργασία
- προσευχητάριο - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- προσευχητάρι - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)