↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική προμαχών οἱ προμαχῶνες
      γενική τοῦ προμαχῶνος τῶν προμαχώνων
      δοτική τῷ προμαχῶν τοῖς προμαχῶσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν προμαχῶν τοὺς προμαχῶνᾰς
     κλητική ! προμαχών προμαχῶνες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  προμαχῶνε
γεν-δοτ τοῖν  προμαχώνοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'χειμών' όπως «χειμών» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

προμαχών, -ῶνος αρσενικό