↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική προκνημίς αἱ προκνημῖδες
      γενική τῆς προκνημῖδος τῶν προκνημίδων
      δοτική τῇ προκνημῖδ ταῖς προκνημῖσῐ(ν)
    αιτιατική τὴν προκνημῖδ τὰς προκνημῖδᾰς
     κλητική ! προκνημίς* προκνημῖδες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  προκνημῖδε
γεν-δοτ τοῖν  προκνημίδοιν
Με μακρό γιώτα στο θέμα -ίς -ῖδος.
* Κατά τη Γραμματική του Smyth, η κλητική ενικού χωρίς το
3η κλίση, Κατηγορία 'πατρίς' όπως «σφραγίς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
προκνημίς < προ- + κνημίς

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

προκνημίς, -ῖδος θηλυκό