πολυτοξικομανία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- πολυτοξικομανία < πολυ- + τοξικ(ός) + -ο- + -μανία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπολυτοξικομανία θηλυκό
- (ιατρική) μανία χρήσης πολλών διαφορετικών ναρκωτικών ουσιών (συνήθως όταν δεν είναι διαθέσιμη μια από αυτές)
Μεταφράσεις
επεξεργασία πολυτοξικομανία
|