Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η πλατεΐτσα οι πλατεΐτσες
      γενική της πλατεΐτσας
    αιτιατική την πλατεΐτσα τις πλατεΐτσες
     κλητική πλατεΐτσα πλατεΐτσες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

πλατεΐτσα < πλατεία + υποκοριστικό επίθημα -ίτσα

  Ουσιαστικό επεξεργασία

πλατεΐτσα θηλυκό

Άλλες μορφές επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία