πικραλίς
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση) δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός | ||||||||
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|
πικραλιδ- | ||||||||
ονομαστική | ἡ | πικραλίς | αἱ | πικραλίδες | ||||
γενική | τῆς | πικραλίδος | τῶν | πικραλίδων | ||||
δοτική | τῇ | πικραλίδῐ | ταῖς | πικραλίσῐ(ν) | ||||
αιτιατική | τὴν | πικραλίδᾰ | τὰς | πικραλίδᾰς | ||||
κλητική ὦ! | πικραλίς* | πικραλίδες | ||||||
δυϊκός | ||||||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | πικραλίδε | ||||||
γεν-δοτ | τοῖν | πικραλίδοιν | ||||||
Με βραχύ γιώτα στο θέμα -ίς -ίδος. * Κατά τη Γραμματική του Smyth, η κλητική ενικού χωρίς το -ς | ||||||||
3η κλίση, Κατηγορία 'πατρίς' όπως «πατρίς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- πικραλίς (ελληνιστική κοινή) < αρχαία ελληνική πικρ(ίς) + -αλίς[1] < πικρός
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπικραλίς θηλυκό (ελληνιστική κοινή)
- (φυτό, λαχανικό) η πικραλίδα
- ※ Αθανάσιος Αλεξανδρείας, Περί των αζύμων. ⌘PG, Patrologia Graeca, σελ.1327, Του εν αγίοις πατρός ημών Αθανασίου αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας τα ευρισκόμενα πάντα, τόμος 2, επιμ. Migne, 1857.
- Ἐν τρισὶν ὕλαις ἐτέλουν οἱ Ἰουδαῖοι τὸ Πάσχα καὶ ἐν τρισὶν ἀρεταῖς· καὶ ἐν τρισὶ μάρτυρσι κατὰ τὴν τάξιν τοῦ Νόμου. Καὶ αἱ μὲν τρεῖς ὕλαι ὁ ἀμνὸς ἦσαν, τὰ ἄζυμα καὶ ἡ πικραλίς·
- ※ Αθανάσιος Αλεξανδρείας, Περί των αζύμων. ⌘PG, Patrologia Graeca, σελ.1327, Του εν αγίοις πατρός ημών Αθανασίου αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας τα ευρισκόμενα πάντα, τόμος 2, επιμ. Migne, 1857.
Συγγενικά
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ πικραλίδα - σελ.268, Τόμος 16 - Κριαράς, Εμμανουήλ. Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Τόμοι Α'-ΙΗ'. (Τόμοι ΙΕ'-ΙΗ' επιμ. Ιωάννης Ν. Καζάζης) πολυτονικό σύστημα: τόμοι 1-5, μεταγραφή σε μονοτονικό: τόμοι 6-τέλος], pdf.Βιβλιογραφία. Άπαντα Εμμανουήλ Κριαρά στην Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.