Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πιετισμός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
πιετισμ
ός
οι
πιετισμ
οί
γενική
του
πιετισμ
ού
των
πιετισμ
ών
αιτιατική
τον
πιετισμ
ό
τους
πιετισμ
ούς
κλητική
πιετισμ
έ
πιετισμ
οί
Κατηγορία
όπως «
ναός
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
πιετισμός
<
γαλλική
piétisme
+
-ισμός
Ουσιαστικό
επεξεργασία
πιετισμός
αρσενικό
(
θρησκεία
)
ευσεβισμός
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πιετισμός
→
δείτε
τη λέξη
ευσεβισμός