περιβολάκι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | περιβολάκι | τα | περιβολάκια |
γενική | — | — | ||
αιτιατική | το | περιβολάκι | τα | περιβολάκια |
κλητική | περιβολάκι | περιβολάκια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- περιβολάκι < περιβόλι + υποκοριστικό επίθημα -άκι
Ουσιαστικό επεξεργασία
περιβολάκι ουδέτερο
- υποκοριστικό του περιβόλι
Μεταφράσεις επεξεργασία
περιβολάκι
|